Κυριακή, Απριλίου 30, 2006

Σοφία


Έ, εσύ…!…

Ναι σε σένα απευθύνομαι, τείνοντας το αόρατο δάχτυλο των λέξεών μου, ως άλλος αυστηρός uncle Sam, στον αναγνώστη μου—και η χρήση του αρσενικού γένους δεν γίνεται τυχαία. Έχεις αναρωτηθεί ποτέ για το πρόσωπο που έχει η Σοφία στη ζωή σου; Όχι, φίλε μου, δεν αναφέρομαι σε μία ακόμη φτηνιάρα γκομενίτσα που οφείλει το υπέροχο όνομά της σ’ ένα παιχνίδι της μοίρας…Αναφέρομαι ΣΤΗΝ Σοφία, την αιώνια κυνηγό και ευλαβή συνοδοιπόρο, την πηγή έμπνευσης και αφορμή μαρτυρίου, την αρχή λύτρωσης και μήτρα μυστηρίου για κάθε αρσενικό πλάσμα αυτού του πλανήτη…Όπως του πρώτου, έτσι και του τελευταίου…Σ’ αυτήν αναφέρομαι…

Πως μου ‘ρθαν τώρα όλα αυτά θα αναρωτιέσαι…Μα αφορμή για όλα υπήρξε μια συνάντηση στο πρόσφατο παρελθόν που τελείωσε έχοντας ήδη σπείρει μέσα μου τον διακαή πόθο για μια επιστροφή στο εγγύς μέλλον αυτής, της Σοφίας. Όπως ακριβώς και πριν τη συνάντηση…Η αναμονή της σχεδόν μεταφυσικής επανένωσης μαζί της δεν μπορεί παρά να με γεμίζει με αγαλλίαση. Για φαντάσου…Έχει περάσει τόσος καιρός κι όμως, φάνηκε ταυτόχρονα σαν ένας αιώνας και σαν μια μονάχα στιγμή. Παράδοξο; Κι όμως δεν μπορώ να το εξηγήσω διαφορετικά. Τόσα πρόσωπα, τόσες αλλαγές σ’ αυτά τα χρόνια. Κι όμως κοιτάζοντας προς τα πίσω, το fast forward και το slow motion μοιάζουν να συμπίπτουν.

Αλλά ας επιστρέψω στη Σοφία…Τώρα πια είμαι βέβαιος! Όταν πριν από κάποια χρόνια διάβαζα για τις πολλαπλές ενσαρκώσεις της στο διηνεκές του χρόνου, πίστευα πως η δική μου, η προσωπική--και μοναδική--ενσάρκωση αυτής είχε την καστανή ματιά μιας άλλης. Απαλλαγμένος όμως σήμερα από τα επιβλαβή πάθη του παρελθόντος, βλέπω την ούτως ή άλλως ανίσχυρη διαίσθησή μου να δείχνει σε άλλη κατεύθυνση. Η Μούσα, η στολισμένη με τόσα και τόσα προσωνύμια, αυτή είναι που έχει το βλέμμα της Σοφίας. Ένα βλέμμα που ακτινοβολεί κάτι τόσο ισχυρό, κάτι που δεν είναι φιλία, δεν είναι έρωτας, δεν είναι συμπάθεια, δεν είναι χαρά ή λύπη, δεν είναι μίσος ή πόνος, δεν είναι επιθυμία ή πόθος, δεν είναι φανερό αλλά ούτε και κρυφό, δεν είναι καλό αλλά ούτε και κακό…Είμαι μια κοσμική ένωση…Είναι μικρές συμπυκνωμένες δόσεις αιωνιότητας…Είναι η μνήμη μιας ολόκληρης ζωής και είναι την ίδια στιγμή η λήθη της…

«Η λήθη είναι σπουδαίο πράγμα, μικρέ…», τα ίδια της τα λόγια, λίγο πριν λάβει τέλος η τελευταία μας συνάντηση. (Ποτέ δεν κατάλαβα για ποιον λόγο ξεκίνησε να χρησιμοποιεί αυτό το ανόητο υποκοριστικό και ποτέ δεν κατάλαβα γιατί εμένα μου άρεσε). «Και η δική σου λήθη σπουδαιότερο…Αξίζει κανείς να χαθεί μέσα της!». Λόγια μου (λόγια μου;;;), που δεν ειπώθηκαν ποτέ με το στόμα, αλλά με τα μάτια! Κι αυτή φυσικά τα άκουσε με τον ίδιο τρόπο. Με τη γλυκόπικρη γεύση της «καληνύχτας» στο κατώφλι των χειλιών της. Κι εμένα να απολαμβάνω κάθε στιγμή αυτής της θείας ένωσης, αυτής της νέας γνωριμίας μου με το Μέγα Κτίστη των Πάντων και τα μεγάλα μυστήρια που Αυτός σε στιγμές έμπνευσης (ή μήπως τρέλας;) συνέθεσε, κρύβοντας από τα αδαή μάτια τα στολισμένα με διαμάντια εκπληκτικής ομορφιάς κλειδιά τους.

Άλλωστε, αγαπητέ μου, αυτός δεν είναι ο πρωταρχικός σκοπός κάθε νέας ενσάρκωσής της; Έτσι δεν ήταν πάντα σ’ αυτόν το γαμημένο κόσμο;…Αυτή «ξέρει»…Εσύ όχι! Αυτή δείχνει την οδό…Εσύ ακολουθείς! Αυτή ξεκλειδώνει…Εσύ ανοίγεις τις πόρτες! Αυτή εκτιμά…Εσύ χώνεις άγαρμπα τις χερούκλες σου! Σ’ όποιο στάδιο κι αν είσαι, ο,τιδήποτε κι αν νομίζεις πως αναγνωρίζεις να σου συμβαίνει, ο σκοπός είναι ένας : Η θεία μετουσίωση στο «ανδρόγυνον»! Η αναίρεση του πρώτου λάθους! Η αποκάλυψη της κοσμικής φάρσας στην οποία συμμετέχεις από τη γέννησή σου! Είτε το θέλει είτε όχι, η Σοφία «δουλεύει» ΚΑΙ για σένα!

Γι’ αυτό, φίλε μου, έχε τα μάτια σου ανοιχτά! Μη χάσεις ούτε μία της ενσάρκωση—μα, φυσικά, ποτέ δεν είπα ότι η ενσάρκωσή της είναι μόνο μία! Μη βγάζεις αυτό το θείο δώρο απ’ τη ζωή σου…Γιατί…ΕΣΥ θα χάσεις!! Κι αν δεν σε βρει αυτή με το αλάνθαστο ένστικτό της, ψάξε να τη βρεις εσύ…Στην ανάγκη, να την εφεύρεις!!! Ούτε που θέλω να σκέφτομαι «τι θα γινόμασταν χωρίς Σοφίες!». Εναλλακτικά, μπορείς απλά να προσπεράσεις όλα τα παραπάνω και να πέσεις για ύπνο ήσυχος…Άλλωστε, ποιος είμαι εγώ που θα σου δώσω οδηγίες για το τι θα κάνεις; Ένας ακόμη αδαής είμαι που φορτώνω κάποιον ταλαίπωρο server με bytes μαλακίας.

«Καληνύχτα σας!»…(Που θα ‘λεγε κι ο Tyler)

Όταν τα ίδια δεν είναι άδεια


Όταν τελικά καταφέρεις και ξεπεράσεις το αρχικό σοκ της αλλαγής, το εκάστοτε μοτίβο μοιάζει να μη διαφέρει και τόσο από το προηγούμενο, όσο κι αν οι διαφορές τους είναι αντικειμενικά κραυγαλέες. Το νέο μας μοτίβο περιλαμβάνει ησυχία, περιλαμβάνει πράσινο πολύ, περιλαμβάνει και την Αυτού Μεγαλειότητά της, την καταχνιά. Από το ευμέγεθες παράθυρο κάνει κάθε πρωί αισθητή την παρουσία του το εντυπωσιακό κτίριο του ψυχιατρικού νοσοκομείου. Αναδύεται θαρρείς μέσ’ απ’ την πρωινή ομίχλή—μπρρρ, ναι, ναι, αυτή που μοιάζει να σέρνεται στο έδαφος σε κάποιο νεκροταφείο βγαλμένο από ταινία τρόμου β διαλογής—ψηλότερο από τα λιγοστά ακόμη ορατά κτίρια και το βαθύ κόκκινο παράστημά του δίνει μια ξεχωριστή νότα μελαγχολίας...Πως συμβαίνει κάποιες φορές, ρε παιδί μου! Θαρρείς και κάποια κτίρια δεν θα μπορούσαν να βρίσκονται πουθενά αλλού πάνω στον πλανήτη παρά μόνον εκεί που κάποιοι είχαν την ιδέα να τα ανεγείρουν. Έτσι και μ’ αυτό! Δεν θα μπορούσε κάποιος να συλλάβει πιο ταιριαστό μέρος γι’ αυτό το κτίσμα που ξερνάει μούχλα! Είναι λες και τα θεμέλιά του ριζώνουν κάπου βαθιά στην ομίχλη την ίδια, λες και τα ασαφή του περιγράμματα διαθέτουν κάτι από την ίδια την ουσία της υγρής θολούρας που σκεπάζει τα πάντα και που αναδίδει μια γλυκιά μυρωδιά υπογείου (...και η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν κατάλαβα αν όντως υπάρχει αυτή η μυρωδιά στην ατμόσφαιρα ή αν απλά οφείλεται σ' ένα παιχνίδι συνειρμών...).

Δε βαριέσαι! Ένας απλός άνθρωπος—χμμ—θα έλεγε ότι μια ιδέα είναι όλα, δίνοντας ένα ακόμη δείγμα συμπυκνωμένης σοφίας. Βρε δε μπα να βλέπεις και το ωραιότερο μνημείο του κόσμου, το ωραιότερο τοπίο του πλανήτη...Κάποια στιγμή επέρχεται η αναπόφευκτη μοίρα της ισοπέδωσης. Όχι καλπάζωντας...Απλά, περπατώντας...Αργά και χλευαστικά. «Όλα είναι ατμός»...Θρασύβουλας! Να τον ακούτε λιγάκι το Θρασύβουλα, το μικρό εκείνο σοφό μιας χρήσεως...Έχει πολλά να πει ο κατεργάρης!

Ίδια λοιπόν...Ίδια όλα...Οι ίδιες εικόνες που συνδυάζονται με τις ίδιες γεύσεις που σε προετοιμάζουν για τα ίδια ακούσματα...Τί ακούσματα δηλαδή; Μόνον ο αχνός ήχος περαστικών αεροσκαφών του διερχόμενου αεροδιαδρόμου, ένα σιγανό μουρμουρητό που δεν μπορείς να ξεχωρίσεις αν προέρχεται μέσα απ’ το κεφάλι σου ή απ’ έξω. Κάπου εδώ, στο μουρμούρισμα αυτό και στην πικρή γεύση του δυνατού πάντα καφέ, θυμήθηκα το Κεφάλαιο 6 : «Όλα ίδια, όλα άδεια»...Μια καλή στιγμή του Geo, δε λέω! Αντιγράφω :

«...Κάθομαι μπροστά στην τηλεόραση μαγνητισμένος. Όλα φαίνονται ίδια, άδεια. Παρακολουθώ ένα video-clip καψουροτράγουδου του συρμού. Ένας άντρας με μούσι τριών ημερών, αποτριχωμένο στέρνο, στυλιζαρισμένο μαλλί, επιμελώς ατημέλητο, φοράει ρούχα επιμελώς ατημέλητα, με υψηλή απόδειξη αγοράς, ψάχνει παντού αυτήν που έχασε ή που άφησε να του φύγει…

Όλα ιδια, όλα αδεια…

Είναι απελπισμένος, απεγνωσμένος, κακόμοιρος, καταρρακωμένος κι όμως οδηγεί μια Porsche και κλείνει το μάτι πονηρά στα κορίτσια που προσπερνάει, μα κανένα απ’ αυτά δεν είναι το δικό του. Έχει φτάσει στα πρόθυρα της αυτοκτονίας, κοντεύει να τρελλαθεί κι όμως, σταματάει σε ξενυχτάδικα, φαγάδικα, κομμωτήρια και σαλόνια αισθητικής, περιφέροντας το επιμελώς ατημέλητο άθλιο κορμί του και χαμογελαει με νόημα στην κάμερα που βιάζει την ψυχή του...»

Δεν μεταφέρω πιο πολύ γιατί παρακάτω γίνεται πολύ σόκιν και μας βλέπουν και μικρά παιδιά. (Χα χα, εδώ γελάνε!)

«Όλα ίδια κι όλα άδεια», λέει ο Geo…Μωρέ τί μας λες; Καμιά φορά, φίλε μου, τα ίδια δεν είναι καθόλου άδεια. Τί είπες; Ότι μόλις πριν λίγες μέρες έλεγα : «κι εγώ μαζί σου, Αρτέμη!»; Ε ναι, ΚΑΙ; Άκου, Geo : Δεν υπάρχει πιο αναλώσιμο πράγμα απ’ τις ανθρώπινες ιδέες! Είναι τα διανοητικά χαρτιά υγείας, ρε παιδί μου, πως το λένε! «Άπαξ και τραβήξεις το καζανάκι, τα πήρε όλα ο χείμαρρος!», που λέει κι ο άλλος. Αν ζούσες έστω και για μια στιγμή αυτό που ζω εγώ μέσα στη μίζερη ρουτίνα μου, θα με καταλάβαινες. Αλλά είσαι ξεροκέφαλος, ρε Geo! Δεν εννοείς να καταλάβεις ότι η χαμένη πληρότητα για την οποία θρηνείς δεν κρύβεται στις χίλιες φράσεις που θ’ ανταλλάξεις με άλλους εκατό ηλίθιους που θα σου πουλήσουν το αηδιαστικό τους ενδιαφέρον χωρίς κι αυτοί να ξέρουν γιατί. Είναι πολλοί οι ηλίθιοι, ρε Geo, τους σιχαίνεσαι κι εσύ όπως κι εγώ. Ναι ρε, το ξέχασες, παναθεμά σε; Ο βασικός κανόνας κάθε διαλόγου : Αξιωματικά, οι μόνοι έξυπνοι είμαστε εσύ κι εγώ που μιλάμε αυτή τη στιγμή...Αν δε συμφωνήσουμε σ’ αυτό, δε γίνεται διάλογος, πως να το κάνουμε! Δεν κρύβεται, ρε συ, η πληρότητα «στων σχέσεων και των συναναστροφών την καθημερινήν ανοησία». Που κρύβεται ρωτάς; Εδώ σε θέλω μάστορα! Αυτό θα ‘ναι το homework σου γι’ απόψε! Μια λέξη θα σου πω κι ας σε φωτίσει ο Θεός : Σοφία, Geo…Ναι, καλά άκουσες! Βγάλ’ τα πέρα μόνος σου τώρα! Είναι μοναχικός ο δρόμος, Geo και, καμιά φορά, στρωμένος με αγκάθια...Τα ‘χουμε πει αυτά κι άλλοτε. Οι πληγές που αυτά αφήνουν, άλλους τους καταρρακώνουν κι άλλους τους λυτρώνουν, Geo. Δεν θα μας κάνει ο Θεός τη χάρη να τ’ αλλάξει τώρα για την πάρτη μας. Αυτός έβαλε τους κανόνες...Εμείς θα τους ακολουθήσουμε. Σκέφτεσαι όμως, ρε συ, να τη βρούμε την άκρη; Τι ωραία που θα ‘ναι, ε;

ΥΓ : Ο Geo τα ξέρει όλ’ αυτά καλύτερα από μένα...Συγγνώμη, Geo, σε χρησιμοποίησα...!...Εσύ τουλάχιστον ΞΕΡΕΙΣ σε ποιον απευθύνομαι...

Ο Λαβύρινθος


“…Ο έρωτας δεν είναι εξ αρχής, αλλά μεταμορφώνεται σε ασθένεια όταν κυριαρχούν έμμονες ιδέες. Ο θεολόγος Ibn Hazim ήταν αυτός που διατύπωσε την άποψη ότι ο ίδιος ο ερωτευμένος δεν θέλει να θεραπευτεί απ' την αρρώστια αυτή, τα ονειροπολήματα της οποίας του προκαλούν δυσκολία στην αναπνοή κι επιταχύνουν ανελέητα το σφυγμό του. Παρομοιάζει δε την ερωτική μελαγχολία με τη λυκανθρωπία, την ασθένεια δηλαδή που προκαλεί συμπεριφορά λύκου στον άνθρωπο. Η εξωτερική εμφάνιση του ερωτευμένου αρχίζει ν’ αλλάζει. Σύντομα η όρασή του υποχωρεί, τα χείλη του συρρικνώνονται και το πρόσωπό του γεμίζει με φλύκταινες. Εμφανίζονται σημάδια στο πρόσωπό του που μοιάζουν με δαγκωματιές σκύλου και περνά τις νύχτες του περιπλανώμενος σε νεκροταφεία, όπως ακριβώς ένας λύκος…”

Η φωνή του μαθητή Adso έτρεμε καθώς διάβαζε τις πιο πάνω σειρές υπό το φως μιας τρεμοπαίζουσας δάδας ενώ το μυαλό του βρισκόταν σε μια πρωτοφανή υπερδιέγερση, καθώς το μόνο που τον ένοιαζε εκείνη τη στιγμή ήταν να ξαναβρεθεί με το μέντορά του, τον William του Baskerville. Μαθητής και δάσκαλος είχαν εισέλθει λίγα λεπτά πριν στις κατακόμβες της μυστικής βιβλιοθήκης αυτής της καταραμένης μονής που τους φιλοξενούσε και δε χρειάστηκε να περάσει πολλή ώρα για να διαπιστώσουν ότι επρόκειτο για έναν πρώτης τάξεως λαβύρινθο. Κάποιος από τους δύο—στη συνέχεια ο Adso θα κατηγορούσε τον εαυτό του γι’ αυτό—πήρε μια λάθος στροφή, αφαιρέθηκε για ένα και μόνο κρίσιμο δευτερόλεπτο, το οποίο όμως αποδείχτηκε αρκετό να στείλει τους δυο άνδρες σε διαφορετικές οδούς του λαβυρίνθου. Όταν διαπίστωσαν ο ένας την απουσία του άλλου, ήταν ήδη πολύ αργά. Μπορούσαν βέβαια ν’ ακούσουν ο ένας τη φωνή του άλλου, παραμορφωμένη πάντα από την αιώνια ηχώ που βασίλευε στα σκοτεινά εκείνα διαμερίσματα, αλλά χωρίς κανείς εκ των δύο να έχει οποιαδήποτε αίσθηση προσανατολισμού. Είχαν πλέον χαθεί για τα καλά και σε μια τόσο δύσκολη κατάσταση όπως αυτή, η εμπειρία και η ευφυΐα του William όφειλε να μπει σε λειτουργία προκειμένου να υπάρξει η πιθανότητα να ξαναβρεθούν.

Ο σοφός δάσκαλος προσπάθησε όπως πάντα να διατηρήσει την ψυχραιμία του και πρόσταξε το μαθητή του να αρπάξει το πρώτο βιβλίο που θα έβρισκε μπροστά του και ν’ αρχίσει να το διαβάζει μεγαλοφώνως, δίνοντάς του ταυτόχρονα και κάποιες γενικές οδηγίες για το πως να κινηθεί, ενώ ο ίδιος άρχισε να ανακαλεί από την παραφορτωμένη μνήμη του ο,τιδήποτε είχε διαβάσει για το πως κανείς μπορεί να ξεφύγει από ένα λαβύρινθο. Η φωνή του νεαρού Adso άρχισε ευθύς ν’ ακούγεται, δυνατά και καθαρά, μα με όλα τα σημάδια του φόβου μέσα της, τρεμάμενη κι εύθραυστη σα μικρού παιδιού που συλλαβίζει τα πρώτα του αποσπάσματα. Η αλήθεια είναι ότι ο Adso απλά άρπαξε το πρώτο βιβλίο που συνάντησε μπροστά του...Δεν είχε δα και καμιά ιδιαίτερη όρεξη να σπαταλά το χρόνο του σε επιλογές ανούσιες. Σήκωσε τον βαρύ και πολυκαιρισμένο τόμο και τον άνοιξε σε μια τυχαία σελίδα, ξεκινώντας το ανάγνωσμα μιας τυχαίας παραγράφου. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Adso δεν έδινε καμιά σημασία στα όσα το στόμα του πρόφερε...Για το νεαρό μαθητευόμενο, ήταν ακόμη μια διαταγή του μέντορά του που όφειλε να ακολουθήσει πιστά. Η πίστη του, βλέπετε, στο σοφό δάσκαλο ήταν βαθιά και ειλικρινής.

Ο William όμως, έχοντας τ’ αυτιά του συγκεντρωμένα στη φωνή του μαθητή του, τον ήχο αυτό που του χάριζε μια αμυδρή αίσθηση προσανατολισμού, ένιωσε το μυαλό του να πλημμυρίζει από κύματα σκέψεων μόλις άκουσε το περιεχόμενο των όσων αυτός διάβαζε. Κύματα τόσο ισχυρά, που δεν άφηναν το νου του να δουλέψει όπως ήταν συνηθισμένος να κάνει, δεν του επέτρεπαν να επεξεργαστεί κάποιο πιθανό σχέδιο διαφυγής από τον σκονισμένο και σκοτεινό αυτό λαβύρινθο. Ο William, για πρώτη ίσως φορά στη ζωή του, ζήλευε! Το γεγονός ότι το συναίσθημά του αυτό ήταν πρωτόγνωρο πολλαπλασίαζε την ένταση και την καταλυτική του επιρροή πάνω στο γερασμένο μυαλό του. Ένιωθε να παραδίδεται σ΄αυτό, ένιωθε τη ζήλεια να κυλά σε κάθε μικροσκοπική του φλεβίτσα, είχε την αίσθηση ότι αυτή ξεχυνόταν από τα μάτια του τα ίδια και χτυπούσε στους φαγωμένους από την υγρασία και τους αιώνες τοίχους και γύριζε και πάλι σ’ αυτόν απτόητη, για να τον κυριεύσει με την ίδια φαρμακερή μανία. Η φωνή του μικρού Adso συνέχιζε να εκπέμπει την ίδια, παιδική σχεδόν, αφέλεια καθώς, διαβάζοντας, καταφερόταν εναντίον του πράγματος εκείνου για το οποίο ο William θα έκανε ο,τιδήποτε για να βιώσει κι ας ήξερε ότι θα καεί στην κόλαση γι’ αυτό : Του έρωτα. Αυτού που δεν κατάφερε ο ίδιος να ορίσει μέχρι τώρα μέσα στα χρόνια της μελέτης των λογής λογής ανέραστων Πατέρων της πίστεως. Ο William ένιωθε όλο το οικοδόμημα της αξεπέραστης σοφίας του να τρέμει, ένιωθε ότι η φωνή του Adso είχε κάτι το τόσο δυνατό που θα μπορούσε από στιγμή σε στιγμή να το γκρεμίσει ολόκληρο, να το κάνει να χαθεί μέσα στα ίδια του τα συντρίμια για πάντα. Γιατί, ο σοφός γέροντας συνειδητοποίησε εκείνη ακριβώς τη στιγμή ότι ο μαθητευόμενός του ήταν από άλλη πάστα. Έχοντας στα χέρια του εκείνο τον θεόπνευστο λίβελλο κατά του Σατανά κι ενός εκ των δημοφιλέστερων τεχνασμάτων του, ο Adso δεν έκανε καν τον κόπο να κατανοήσει, να σταθεί στις λέξεις τις σοφές των Πατέρων...Μόνο διάβαζε και διάβαζε με τη φωνή εκείνη την γεμάτη από αφέλεια και τρόμο, έχοντας γραμμένο και τον Ibn Hazim κι όλο του το σόι εκεί που δεν πιάνει μελάνι. Κατάλαβε ο γέροντας ότι το μαθητούδι του ήταν έτοιμο να παραδωθεί άνευ όρων στη γλύκα του έρωτα, στο σατανικό εκείνο πάθος της λαγνείας ακόμη κι αν το ίδιο δεν το γνώριζε, ακόμη κι αν το αρνιόταν βασανιζόμενος σε κανένα σκοτεινό μπουντρούμι. Και ζήλευε, ο ξεμωραμένος γέρος...Ζήλευε θανάσιμα...!

Σε μια στροφή του, ο William έπιασε με την άκρη του ματιού του μια σκιά, την κίνηση που έκανε το μακρύ ένδυμα του Adso καθώς αυτός περπατούσε αργά, προσέχοντας τα βήματά του στο υγρό εκείνο μέρος. Αμέσως του πρόσταξε να σταματήσει κι ο Adso πρόθυμα το έκανε, ώσπου ο William πήγε κοντά του και τον άγγιξε καθησυχαστικά. Ο Adso πέταξε το βαρύ βιβλίο κατάχαμα και αγκάλιασε με θέρμη το γηραιό διδάσκαλό, κλαίγοντας σχεδόν από χαρά. Ο γέροντας δε είχε καιρό για κλάματα...Έχοντας επιστρατεύσει όλη του την αυστηρή λογική για να καταλαγιάσει τις παράλογες σκέψεις που τον πλημμύριζαν μέχρι πριν από λίγο, χάρισε στο μαθητευόμενό του μόνον ένα αχνό χαμόγελο και προσπαθούσε τώρα να σκαρφιστεί ένα καινούργιο σχέδιο διαφυγής, αυτή τη φορά και των δυο τους. Ο Adso θέλησε κάτι να πει, να βοηθήσει την κατάσταση, αλλά αυτό που εισέπραξε ήταν μόνο μια κίνηση του William που του ‘λεγε να σωπάσει και να τον αφήσει να σκεφτεί καθαρά. Μόνον έπειτα από λίγη ώρα άκαρπων διανοητικών προσπαθειών από μέρους του επικέντρωσε το βλέμμα του επάνω στο νεαρό μαθητή του και σ’ αυτό που αυτός του έδειχνε τόση ώρα : Ο Adso κρατούσε στα χέρια του μια ξηλωμένη κλωστή, που ξεκινούσε από το χοντρό του ένδυμα και η άλλη της άκρη χανόταν κάπου στα σκοτάδια της βιβλιοθήκης. Του είχε φανεί, είπε γεμάτος συστολή και κοιτώντας το έδαφος, καλή ιδέα αυτός ο πρωτότυπος κι απλοϊκός μίτος της Αριάδνης.

Ο William στένεψε τα μάτια του στο φως της δάδας, μια κίνηση που ένα πράγμα φανέρωνε : Οι προηγούμενες σκέψεις του επέστρεφαν δριμύτερες, έχοντας αυτή τη φορά μια έντονη γεύση βεβαιότητας...Ο Adso ΗΤΑΝ διαφορετικός απ’ αυτόν...Τείνοντας τα στενά χείλη του όσο μπορούσε και χαρίζοντας στο μαθητή του το πιο πλατύ χαμόγελο που διέθετε—που δεν ήταν και τόσο πλατύ, εδώ που τα λέμε—χτύπησε φιλικά τον ώμο του Adso και λέγοντάς του ένα «Μπράβο παιδί μου!», μέσα απ’ τα δόντια του, του έγνευσε να οδηγήσει αυτός το δρόμο της επιστροφής. Οι δυο άντρες κατευθύνθηκαν στα σκοτάδια, σκορπίζοντας φως με τις δάδες τους στους μέχρι πριν λίγο κατασκότεινους τοίχους...Ο William ακολουθούσε λίγα βήματα πιο πίσω, βράζοντας μέσα του από την ενεργειοβόρο εκείνη ζήλεια που έμοιαζε να καταβροχθίζει την ίδια του την ύπαρξη...Μια έμμονη ιδέα άρχισε να καρφώνεται στο μυαλό του : Ο Adso έπρεπε πάση θυσία να τιμωρηθεί για τις αμαρτίες που ήταν ήδη έτοιμος, ίσως και γεννημένος για να διαπράξει...Κάτω απ' τον χοντρό του μανδύα, ο William έσφιξε με λύσσα το κοφτερό στιλέτο που είχε πάντα μαζί του...


Ελεύθερες μεταφράσεις πάνω στο "Όνομα του Ρόδου" χωρίς την άδεια κανενός...You can sue my ass if you like!

Σάββατο, Απριλίου 29, 2006

Ωδή στο BJ


Μου λείπουν εκείνες οι παλιές περιπλανήσεις...Περιπλανήσεις σε σκοτάδια, σε υπόγεια...Περιπέτειες μέσα σ' ένα συνεχές hangover, μ' εκείνο το ευχάριστο--ναι!--τσούξιμο στα μάτια, συνέπεια αναπόφευκτη της έκθεσης στον καπνό. "Νεανικές τρέλες" μιας διαφορετικής "νιότης"...Ωριμότερης από την πρώτη των 18 μας, σκοτεινότερης, πληρέστερης, αλησμόνητης! Αλήθεια, περίοδος ευτυχίας ή δυστυχίας; Ανείπωτου πόνου ή διαρκούς πανηγυριού; Μα ήδη ξέρω τις απαντήσεις...Μια τέτοια αξέχαστη περίοδος δεν μπορεί παρά να έχει υπερβολικές δόσεις και των δύο...

Το τραπεζάκι του οποίου είχα μάθει κάθε ατέλεια και ιδιοτροπία ήταν πάντα εκεί για μας. Πάντα τα ίδια νεύματα χαιρετισμού, συνοδευόμανε από βλέμματα απορίας ή και περιέργειας--καλής ή κακής προέλευσης, η περιέργεια είναι κάτι που φαίνεται και προσωπικά δεν μ' ενοχλεί. Τα ποτά ήδη σερβιρισμένα, χρυσοκόκκινα κάτω από το μουντό φωτισμό, με σχηματισμένες ήδη τις σπείρες και τα άλλα αλλόκοτα σχέδια από το πρώτο λιώσιμο των πάγων μέσα τους. Δύο λεπτά εγκάρδιου διαλόγου με τον τύπο που δεν "έκανε απλά τη δουλειά του". Κι έπειτα...Λέξεις...Και χρώματα...Και δάκρυα, χαράς και λύπης...Πάνω σ' ένα ετοιμόρροπο τραπεζάκι ξεδιπλώναμε, νύχτα με τη νύχτα, τα φύλλα του εαυτού μας, ο Geo κι εγώ. Φύλλα σκόρπια, πολλές φορές βρεγμένα, μισοκατεστραμένα, που όμως για λίγες ώρες και παρά την ομίχλη του καπνού και τη θολούρα του αλκοόλ, μπαίνανε σε εκπληκτική τάξη. Λόγια και μουσικές και γέλια και κλάμματα...Γνωριμίες της μιας βραδιάς και γνωριμίες για μια ζωή...Απαγγελίες από μικροσκοπικά χαρτάκια, που στο τέλος της βραδιάς γέμιζαν το τραπέζι, ανάμεσα σε άδεια ποτήρια και γεμάτα σταχτοδοχεία. Το τέλος της βραδιάς...Από μόνο του πλήρες συναισθημάτων...Χρωματισμένο με οικείες γεύσεις στον ουρανίσκο...Γεμάτο από τη γλυκιά προσμονή μιας επόμενης συνάντησης.

"This WAS your life!". Εκείνες οι πολύχρωμες βραδιές, μικρές οάσεις μέσα στις ερήμους της ρουτίνας, σταλαγματιές ανακούφισης από έναν πόνο συνεχή, πού γύρευε να ακουστεί και που κάτι δεν τον άφηνε--λες και δεν ξέρουμε τώρα τι ήταν αυτό το κάτι...!!! Με τη διαφορά ότι "It was not ending one minute at a time..."...Όχι...Μάλλον το "good to the last drop..." ταιριάζει καλύτερα!

Η νοσταλγία...Της νοσταλγίας...Ω νοσταλγία!!! Για άλλη μια φορά...Ας είναι! Από ένα σημείο και μετά είναι μονόδρομος...Ο πιο προσωπικός μονόδρομος, στρωμένος με μυτερά αγκάθια, αγκάθια που πληγώνουν βαθιά, με πληγές που άλλους τους καταρρακώνουν κι άλλους τους λυτρώνουν...

Παρασκευή, Απριλίου 28, 2006

Prepare to evacuate soul...


Marla Singer [after taking a bottle of sleeping pills]

"This isn't a real suicide-thing. This is probably one of those cry-for-help things."

...............................................................................................

Ίσως πρέπει να καταλάβουμε κάποια στιγμή ότι ο "real" αυτόχειρας δεν χρειάζεται τη βοήθειά μας...Έχει πάρει τις αποφάσεις του και θα τις εκτελέσει ψύχραιμα, μεθοδικά και στο σκοτάδι...

Ο "cry for help" αυτόχειρας αντίθετα είναι εκείνος που έχει ανάγκες, εκείνος που ζητά από εμάς ένα χέρι ή...ένα αυτί.

Η περίπτωσή του είναι ιδιαίτερη : Εάν ο "real" είναι εκείνος που έχει "σχέδιο", ο "cry for help", αντιδρώντας σπασμωδικά, θα καταφύγει σε δραστικότερες και, δυστυχώς, αποτελεσματικότερες "λύσεις"...Ο "real" αυτόχειρας θα έχει υπολογίσει πχ ότι μισό κουτί από τα τάδε χάπια και τόσο αλκοόλ αρκούν για να δώσει ένα τέλος (Στην τελική, τινάζει και τα μυαλά του στον αέρα). Ο "cry for help" αυτόχειρας όμως θα πάρει δυο κουτιά και θα πιει δυο μπουκάλια, μόνο και μόνο για να πείσει ότι μπορεί να το κάνει, ειδικά όταν βρίσκεται μπροστά σ' ένα ακροατήριο κρετίνων που του φωνάζουν "καν' το, καν' το"! Και, θα κάνει τελικά το κακό στον εαυτό του χωρίς να το θέλει! Διότι θέλει κάτι άλλο : Το χέρι...το αυτί! Όχι το θάνατο! Στην ουσία, ο "cry for help" αυτόχειρας διψάει για ζωή κι αυτό μας δείχνει!

Ντρέπομαι που υπήρξα οπαδός του "Πέσε πούστη απ' την ταράτσα!"

Σ' ευχαριστώ για το σημερινό ηχηρό χαστούκι ευαισθησίας...Ναι, σε σένα μιλάω!

Η ανθρωπιά μας/σας τώρα κρίνεται ευαισθητούληδές μου...Οι υπόλοιποι, οι άντρε δηλαδή, μπορούν να πάρουν τ' αρχίδια μου ως συνήθως!

Ρε φίλε...


...μου τη σπάς!

Μου τη δίνει όταν πουλάς αυθεντία ρε...Με εκνευρίζει που το παίζεις ξερόλας...Με ζοχαδιάζει, ρε μαλάκα, το υφάκι σου, το ψευτοαντριλίκι σου και η ψευτομαγκιά που ξερνάς από δω κι από κει, τα δήθεν πτυχία σου και οι δήθεν γνώσεις σου!

Μου τη ΣΠΑΕΙ η αλήθεια σου ρε αρχίδι...

Και ξέρεις γιατί;

Γιατί ΕΓΩ έχω δίκιο ρε μπάσταρδε!

Το κατάλαβες;

Μόνον ΕΓΩ!!!

Σάλτα και γαμήσου τώρα!


Μην πανικοβάλεσαι...Τηλεφώνησε ΤΩΡΑ στο 555 090 3 εντ par ta @@ μου και έρχεται στο χώρο σου :

BLOGOΓΑΜΟΣΤΑΥΡΟ!

Πέμπτη, Απριλίου 27, 2006

...και η αποκατάσταση της έννοιας του Καθαρτηρίου

Όπως μια φυλακή δεν πρέπει να είναι ένα ίδρυμα εγκλεισμού αλλά σωφρονισμού, έτσι κι ένα Καθαρτήριο, για να δικαιολογεί τον τίτλο του, δεν πρέπει να προσφέρει μόνο λήθη. Ή, πιο σωστά, η λήθη είναι το τελευταίο, το χειρότερο ίσως που μπορεί να προσφέρει. Η Κάθαρση όμως δεν μπορεί να είναι ένα βιαστικό σκούπισμα της σκόνης κάτω απ' το κρεβάτι, ούτε ένα επιπόλαιο στρώσιμο του κρεβατιού, ρίχνοντας πάνω απ' τα τσαλακωμένα σεντόνια ένα χοντρό πάπλωμα. Και, τι άλλο είναι άραγε η λήθη αν όχι ένα τέτοιο βιαστικό σκούπισμα; Μια βολική και γρήγορη λύση για να φαίνονται όλα εντάξει; Όσο δύσκολη κι αν φαντάζει η επιλογή της λήθης, όσο λυτρωτική και πολλά υποσχόμενη κι αν παρουσιάζεται, στην ουσία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια έντεχνη προσπάθεια του νου για να μπαλώσει τα σκίσίματά του. Και, ένα μπάλωμα, όσο καλής ποιότητας και να 'ναι η κλωστή, όσο τεχνίτης κι αν είναι ο ράφτης, δεν παύει να 'ναι ένα μπάλωμα! Μούφες λύσεις είναι λοιπόν οι "μαύρες θέσεις" και η "άρνηση κάθε μνήμης, πόνου και επιθυμίας".

Το Καθαρτήριο, αν είναι να προσφέρει κάτι αυτό θα 'πρεπε να 'ναι μνήμη και επίγνωση. Το Καθαρτήριο πρέπει να προσφέρει ένα διαρκές βίωμα πόνου μέσα απ' το οποίο νέες επιθυμίες θα ξεπηδήσουν. Όλη η μάχη άλλωστε δίνεται γι' αυτές, τις νέες επιθυμίες...Η μη-επιθυμία, όταν αυτή γίνεται τρόπος ζωής κι όταν προβάλλεται ως "λύση κάθαρσης" δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια ανταλγική στάση του νου, ένα βόλεμα για την ελαχιστοποίηση ενδεχόμενων απωλειών. Η Κάθαρση εν τέλει πρέπει να είναι επούλωση και όχι μπάλωμα!

Η Κάθαρση είναι καθαρές εικόνες και καθαρές αλήθειες...




Τι το κοιτάς ρε μαλάκα;

Ναι, αίμα είναι...

Αληθινό!

Δεν με πιστεύεις;

Το μπλε και το χρυσό (reloaded and unleashed)


Ah, look at all the lonely people.
Ah, look at all the lonely people.

Eleanor Rigby, picks up the rice in the church where a wedding has been, lives in a dream,
waits at the window, wearing the face that she keeps in a jar by the door. Who is it for?

All the lonely people.Where do they all come from?
All the lonely people.Where do they all belong?

Father McKenzie writing the words of a sermon that no one will hear, no one comes near,
look at him working. Darning his socks in the night when there's nobody there. What does he care?

All the lonely people.Where do they all come from?
All the lonely people.Where do they all belong?

Ah, look at all the lonely people.
Ah, look at all the lonely people.

Eleanor Rigby, died in the church and was buried along with her name, nobody came.
Father McKenzie wiping the dirt from his hands as he walks from the grave, no one was saved.

All the lonely people.Where do they all come from?
All the lonely people.Where do they all belong?


_____________________________________________


Το μπλε και το χρυσό εισέβαλαν άλλη μια νύχτα μες στων ονείρων μου το θλιβερό θέατρο. Τί θέλουν από μένα; Τί ψάχνουν;

Ξαπλωμένος πάνω σ' ένα στενό κρεβάτι, μέσα σ' ένα ξένο κι όμως τόσο οικείο δωμάτιο--ναι, θύμιζε εκείνο της βασανισμένης Μαρίας--τα ένιωσα να αναδύονται μέσα απ' το σημαδεμένο τοίχο, μέσα από μια πύλη που 'μενε χρόνια σφραγισμένη και να στροβιλίζονται με απίστευτες ταχύτητες πάνω απ' το κεφάλι μου. Να χορεύουν, να γελούν, να παίζουν. Το μπλε και το χρυσό, ήλιοι του Βαν Γκογκ, φλόγες λύτρωσης που κατακαίν τα μπλε σου στρωσίδια, τη θλιμμένη σου όψη, τη ζωή μου, που κάνουν τα καστανά σου μάτια να λαμποκοπούν με τη δύναμη χιλίων Αυγερινών και τις βλεφαρίδες σου να μοιάζουν με θεία φωτοστέφανα.

Το μπλε και το χρυσό έρχονται νύχτα, απρόσκλητα, με μαστιγώνουν και χάνονται το ίδιο ξαφνικά, ξυπνώντας στο πέρασμά τους θολές αναμνήσεις ψεύτικης ευτυχίας, αυτής, που τόσο μισούσα και τόσο μου λείπει. Ώσπου το πρωί, δε μένει παρά μια αόριστη αίσθηση οικειότητας, μια μικρή κι ευχάριστη ανατριχίλα στη βάση της ράχης, να θυμίζει ότι κάτι ήταν εκεί το προηγούμενο βράδυ, κάτι σίγουρο, κάτι πιστό, κάτι βγαλμένο απ' τον παράδεισο τον ίδιο.

Και να 'μαι γι' άλλη μια νύχτα να τα αναζητώ μέσα σε σκοτεινά μέρη που βουλιάζουν από την πολυκοσμία, θορυβώδη, απρόσιτα, αηδιαστικά. Οι άνθρωποι που συχνάζουν εκεί είναι πανέμορφοι, στρατιές ηλιθίων αγγέλων που γελούν, πίνουν, συζητούν και προσποιούνται πως συμφωνούν μεταξύ τους. Και δίπλα, η θάλασσα η ίδια να γελά με την κατάντια τους, να χαϊδεύει με προσποιητή στοργή το έδαφος πάνω στο οποίο στέκονται, στέλνοντας κάπου κάπου κανένα απειλητικό κυματάκι, προειδοποιώντας τους ότι η ζωή τους η ίδια της ανήκει ανά πάσα στιγμή. Κύματα που σκάνε και διαλύονται μέσα σε μπλε και χρυσές ανταύγειες. Να τραβάνε την προσοχή μου για μια μονάχα στιγμή κι έπειτα να χάνονται μέσα σε δίνες απόγνωσης και σκότους, δείχνοντάς μου γι’ άλλη μια φορά το μάταιο της αναζήτησής μου.

Αλλά δε σταματώ...Βρίσκω συνεχώς μπροστά μου μπλε και χρυσά ψίχουλα του παρελθόντος και τα μαζεύω, τα κρατάω σφιχτά, αυτούς τους μικρούς ανεκτίμητους θησαυρούς, κομμάτια του ίδιου διαβολικού παζλ που προσπαθώ εδώ και χρόνια να ολοκληρώσω για να ‘χω μια πλήρη εικόνα.

Το ίδιο και το ίδιο όνειρο, χρωματισμένο από μια οικεία μελωδία εγχόρδων…Ξανά και ξανά…Στριγκλιές ουράνιες που μιλούν σε ξεχασμένες γλώσσες υποχθόνιων θεοτήτων. Η τεράστια αίθουσα και πάλι κατάμεστη, η ίδια μαύρη θέση να με περιμένει υπομονετικά στην πρώτη σειρά, απαράλλαχτη με εκατοντάδες άλλες όμοιες, κι όμως η μόνη κενή. Η έλξη της είναι τεράστια…Με μαγνητίζει από την είσοδο…Να ‘ναι άραγε εδώ το τέλος; Γιατί εξακολουθώ να αντιστέκομαι στη λήθη της μαύρης μου θέσης; Εδώ δεν φτάνει το μνησίκακο παρελθόν…Εδώ δεν υπάρχει παρελθόν…Ούτε και μέλλον…Ούτε και χρόνος…Μόνο το ανελέητο και ακούραστο μουρμουρητό μυριάδων ψυχών. Σ’ αυτό το καλαίσθητο Καθαρτήριο, η μνήμη, ο πόνος και η επιθυμία είναι οι χειρότερες προσβολές. Για πόσο ακόμη θα αντιστέκομαι σ' αυτό;

Τα βήματά μου δεν μπορούν ούτε απόψε να με σύρουν μέχρι εκεί...Για άλλη μια φορά καταρρέω πριν την έναρξη της παράστασης...

Σάββατο, Απριλίου 22, 2006

Truth...


...unveiled by Time...

Παρασκευή, Απριλίου 21, 2006

Μεγάλη Παρασκευή Blues

Κάπου, σ' ένα χωριό του ελληνικού βορρά...

Λένε ότι ο επιτάφιος βγαίνει γύρω στις εννιά...

Μόνο που ποτέ δεν βγαίνει στις εννιά ακριβώς...

Να φταίει άραγε εκείνος ο δεξιός ψάλτης που θυμίζει Βασίλη Καρρά στο πιο ασθματικό του και τραβά τα "τεριρέμ" με τις ώρες;

Να φταίνε οι χαφιέδες του παπά που ζυγιάζουν το πλήθος που περιμένει απ' έξω και που δεν είναι ποτέ αρκετό πριν τις εννιάμιση;

Μπορεί και τα δύο...

Το πλήθος είναι θορυβώδες...Στιγμιαία σιωπή μόλις το φέρετρο προβάλλει απ' την πόρτα πάνω στους ώμους τεσσάρων μαντραχαλάδων...Κάποιοι σβήνουν τα τσιγάρα τους...Κάποιοι άλλοι όχι...

Ντουγρού για την πλατεία...Το χαρούμενο πλήθος ακολουθεί...Στην κηδεία αυτή η ατμόσφαιρα είναι ευχάριστη...Κάποιοι απ' τα μπαλκόνια στοχεύουν τα κεφάλια με κολώνια Μυρτώ...Κρυφογελούν μόλις βρούν στόχο...

Στην πλατεία οι καφετέριες και τα γυράδικα είναι γεμάτα κόσμο...Το φέρετρο πλησιάζει...Κάποιοι σηκώνονται όρθιοι, κάποιοι άλλοι όχι...Κάποιοι καταπίνουν τη λιπαρή μπουκιά απ' το σουβλάκι...Μερικοί δεν προλαβαίνουν...

Ο μακαρίτης περνά μπροστά απ' τα καταστήματα, πάντα στους ώμους των μαντραχαλάδων...Η μπάντα παίζει πένθιμα...Λίγοι περισσότεροι απ' τους μισούς σταυροκοπιούνται...Τα χρυσά άμφια των παπάδων και τα κουμπιά απ' τις στολές των καραβανάδων γυαλίζουν στο φως της πλατείας...Λίγες ψαλμωδίες ακούγονται από τη μικροφωνική εγκατάσταση που έχει στηθεί για ν' ακούσουν όλοι...

Οι μαντραχαλάδες παίρνουν το δρόμο του γυρισμού...Από πίσω οι παπάδες και οι καραβανάδες...Το πλήθος έχει ήδη σκορπίσει...Στο νέο πέρασμα του μακαρίτη, πολύ λιγότεροι θα σηκωθούν, πολύ λιγότεροι θα καταπιούν...

Το φέρετρο χάνεται απ' το οπτικό πεδίο...Κανείς δεν ξέρει που καταλήγει...Μόνον οι παπάδες και οι καραβανάδες...

Τα μπαρ ανοίγουν τις πόρτες του...Η μουσική αρχίζει να βαρά στο τέρμα...Οι σερβιτόροι δεν προλαβαίνουν τις παραγγελίες...

Γιορτή...

Τον θάψαμε και φέτος...

Τρίτη, Απριλίου 18, 2006

Τα φαντάσματα του παλατιού της λήθης

Ανατύπωση λόγω...επικαιρότητας...



«No fate but what we make», σκάλιζε πάνω στο ξύλινο τραπέζι, με το τρομακτικό στην όψη μαχαίρι της, η μυώδης εκείνη γκόμενα, το ταίρι του Terminator ντε, καλά καταλάβατε! Τί ωραία φράση! Περικλύει μέσα της όλη εκείνη την αλαζονεία που ως είδος ο άνθρωπος έχει βαλθεί να κληροδοτήσει στα παιδιά και στα εγγόνια του. Ο άνθρωπος-Θεός, ο απόλυτος κυρίαρχος του παιχνιδιού, της ζωής του! Η αλαζονεία, το δώρο που σήκωσε τον άνθρωπο ψηλά, που του επέτρεψε να στήσει τους θεούς στα έξι μέτρα και να τραβήξει τη σκανδάλη χωρίς περιττές τύψεις, χωρίς καν να τους δώσει το δικαίωμα να καλύψουν τα όμορφια μάτια τους...Γιατί ο άνθρωπος ήθελε να βλέπουν οι θεοί τους εκτελεστές τους, να βιώσουν στο άσπιλο πετσί τους και σ’ όλο της το μεγαλείο τη βιαιότητα της καθαίρεσής τους από τους θρόνους του κόσμου τούτου. Ήθελε οι θεοί να ξέρουν ποιος τους «καθάρισε», ποιος τόλμησε να κάνει πραγματικότητα την ύβρι της αμφισβήτησης της αθανασίας τους. Ο άνθρωπος γνώριζε τη δύναμη που έκρυβε αυτή του η ύβρις...Και του άρεσε να βλέπει τους μέχρι τότε άρχοντές του να κλαψουρίζουν ικετεύοντας για έλεος...Και η σαδιστική του μανία μεγάλωνε μέχρι που έφτασε στο κορύφωμά της με το πάτημα της σκανδάλης. Κι έπειτα...ηρεμία! Γαλήνη! Ο άνθρωπος ήταν πια ελεύθερος να χαράξει το δικό του δρόμο και να πάρει τα ηνία της ζωής του και του κόσμου στα χέρια του.

«No fate», είπε ο άνθρωπος κι έσβησε το παρελθόν, ατενίζοντας αισιόδοξα ένα αβέβαιο—επιτέλους!—μέλλον! Στο παλάτι της λήθης του πέταξε ο άνθρωπος το ανίερο παρελθόν του, τους θεούς του και τη μοίρα του, έχοντας τη βεβαιότητα ότι δε θα ξανάκουγε ποτέ ξανά για όλ’ αυτά. Τα μπουντρούμια, βλέπετε, της ανθρώπινης λήθης δεν είναι μόνο κατασκότεινα, αλλά και αχανή. Η λήθη σχηματίζει λαβυρίνθους που θα ‘καναν ακόμη και το Δαίδαλο να γίνει καταπράσινος από τη ζήλεια του. Τα θεμέλιά της είναι βαθιά, στιβαρά, καμία σχέση με τα εύθραυστα υποστηρίγματα των παλατιών της μνήμης, που δι’ ασήμαντον αφορμή μπορούν να υποχωρήσουν και να χαθούν μαζί με τα όσα στηρίζουν μέσα σε σωρούς από συντρίμια. Αυτό που ο άνθρωπος έκανε χωρίς να το πολυσκεφτεί, ήταν να πετάξει στα μπουντρούμια αυτά και την ίδια τη γνώση ύπαρξης του παλατιού της λήθης. Ξέχασε ότι μπορεί να ξεχνάει! Κι έκανε έτσι το μοιραίο του λάθος...Μπέρδεψε τη λήθη με την ανυπαρξία! Θεώρησε πως ό,τι κι αν ήταν αυτός πριν, ό,τι κι αν πίστευε κι ό,τι κι αν έλεγε, δεν υπήρχε πια! Δεν υπήρξε ποτέ, για την ακρίβεια! Πίστεψε ότι κάνει, όχι μια νέα, αλλά τη μοναδική Αρχή...Άλλη δεν μπορούσε να είχε υπάρξει...Πίστεψε στο λευκό του μητρώο και συνέχισε το δρόμο του.

Δεν ξέρουμε αν ο άνθρωπος έκανε ό,τι έκανε επειδή υποτίμησε τους φυλακισμένους του ή επειδή πίστευε ότι από το θεοσκότεινο παλάτι της λήθης δεν υπάρχει γυρισμός. Μπορεί να πίστευε και τα δύο εν τέλει! Αυτό που όμως λησμόνησε την κρίσιμη στιγμή ήταν ότι κάθε λαβύρινθος έχει και μια έξοδο. Μπορεί κι απλά να του διέφυγε...Να θέλησε να τελειώνει μια ώρα αρχύτερα και να το θεώρησε αυτό μια ασήμαντη λεπτομέρεια. Να το ‘πνιξε μέσα στη μέθη της αλαζονείας του. Άλλωστε, είχε ο ίδιος δει με τα μάτια του τα άψυχα κουφάρια των θεών του, στα κεφάλια των οποίων είχε δώσει διπλές χαριστικές βολές! Πόσο ανήμποροι φαίνονταν αυτοί όταν τελείωσε μαζί τους! Δεν μπορούσε καν να πιστέψει ότι σ’ αυτούς έδινε λόγο όλα αυτά τα χρόνια, η θέα δε των πτωμάτων τους του προκαλούσε αηδία κι έναν ενοχλητικό οίκτο για τους πρώην αφέντες του, που φρόντισε γρήγορα να αποδιώξει γιατί του ‘φερνε ζαλάδα! Όσο για τη μοίρα, θεώρησε ότι κάθε της δύναμη είχε πάει περίπατο με το που τα κεφάλια των θεών ανοίξαν στα δυο από τα χτυπήματά του! Βιάστηκε λοιπόν να τελειώνει μ’ όλα αυτά και να ζήσει επιτέλους τη ζωή του...Όπως την ήθελε Αυτός!

Οι εκτιμήσεις του όμως υπήρξαν λανθασμένες! Αποδείχτηκε τελικά πως ο λαβύρινθος του παλατιού της λήθης δεν είχε μόνο μια κύρια έξοδο, αλλά ήταν γεμάτος από μικρές μικρές τρυπίτσες! Φαίνεται πως ο δημιουργός του είχε δώσει περισσότερη σημασία στην πολυπλοκότητα, παρά στη στεγανοποίηση του αχανούς κτιρίου! Μικρά παραθυράκια σαν κι αυτά, που κάθε τόσο διέκοπταν το αιώνιο σκοτάδι που βασίλευε μέσα στους ατέλειωτους διαδρόμους του παλατιού, ήταν αρκετά για να δίνουν πρόσβαση στον Έξω Κόσμο στα φαντάσματα που κατοικούσαν εκεί, στα φαντάσματα της μοίρας και του ανθρώπινου παρελθόντος. Τα φαντάσματα είχαν συνηθίσει πια στο σκοτάδι, αισθάνονταν εκεί σα στο σπίτι τους, αλλά όταν τύχαινε και συναντούσαν μια λεπτή ρανίδα φωτός να εισβάλλει από κάποια τρυπίτσα, αισθάνονταν μια άνευ προηγουμένου νοσταλγία και μια πρωτόγνωρη έλξη τα έσπρωχνε προς τα εκεί. Με τις άυλες μορφές τους, περνούσαν μ’ ευκολιά μέσ’ απ’ τις τρυπούλες και βρίσκονταν ξαφνικά στον γεμάτο φως Κόσμο του ανθρώπινου νου, όπου έμεναν αποσβολωμένα να κοιτούν γεμάτα περιέργεια τα θαύματά του.

Κι ο ανθρώπινος νους όμως δεν αργούσε να αντιληφθεί την απόκοσμη παρουσία τους! Κι αντιδρούσε σ’ αυτή άμεσα και δυναμικά, με τον πιο αποτελεσματικό του τρόπο : Με την άρνηση! Γνώριζε άλλωστε ότι ο κόσμος του ήταν θαυμαστός...Κι απέδιδε τις παρουσίες αυτές σ’ ένα απλό παιχνίδισμα του αιώνιου φωτός μέσ’ από τα πάμπολλα κρυσταλλάκια και μπιχλιμπίδια που στόλιζαν το βασίλειό του. Αλλά ήταν σίγουρος ότι αυτά δεν υπήρχαν! Ήταν άλλωστε τόσο απασχολημένος με άλλα, πολύ πιο σημαντικά πράγματα και δεν μπορούσε να χάνει χρόνο μ’ αυτές τις ψευδαισθήσεις. Περιεργαζόταν για λίγο το φαινόμενο με ενδιαφέρον κι έπειτα έστρεφε αλλού τα μάτια του, απορροφημένος ες αεί καθώς ήταν. Και τα φαντάσματα τότε άρχιζαν να νιώθουν άβολα, δυσάρεστα...Η άρνηση βλέπετε δημιουργούσε ένα απόλυτα εχθρικό γι’ αυτά περιβάλλον. Ρίχνοντας μερικές ματιές ακόμη, αποσύρονταν και πάλι στα σκοτεινά τους λαγούμια, αφήνοντας πίσω τους το εκτυφλωτικό φως του νου. Ξανάβρισκαν τη γαλήνη της φυλακής τους κι εγκατέλειπαν το νου στη γαλήνη της λογικής του.

Και η γαλήνη θα διαρκούσε ως την επόμενή τους συνάντηση...Οι τρυπίτσες ήταν, βλεπετε, πολλές!



See ya...σύντομα...

Τετάρτη, Απριλίου 12, 2006

...wait for the ricochet...

Μικρές αλήθειες

Έρχονται κάποιες στιγμές που ακόμη κι αυτό που λέγεται "ανάληψη ευθυνών" ακούγεται λίγο μπροστά στις αλήθειες που ξερνούν τα λόγια. Έρχονται κάποιες στιγμές που οι αλήθειες δεν προκαλούν μόνο πόνο, αλλά και παράλυση, ολοκληρωτική και σαρωτική. Έρχονται κάτι στιγμές που δεν μπορείς ούτε να κλάψεις ούτε και να γελάσεις, μην τυχόν και μαγαρίσεις με σάπια και κούφια συναισθήματα την κρυστάλλινη ομορφιά της αλήθειας, την αφοπλιστική της καθαρότητα, το αυστηρό και καμαρωτό της παράστημα.

We have just lost cabin pressure, κύριοι...

Έρχονται κάτι στιγμές που το είδωλο του εχθρού πίσω απ’ το ψυχρό τζάμι γίνεται ξεκάθαρο



Εσείς, πόσο AZAX χρησιμοποιήσατε σήμερα;

Τρίτη, Απριλίου 04, 2006

Εισαγωγικόν

Γεια...

Εδώ θα αμολάω κατά καιρούς τα εγκεφαλικά μου απόβλητα χωρίς να δίνω λογαριασμό σε κανένα. Εάν κάποιος έρθει αντιμέτωπος μ’ αυτά και θέλει να μου τα χώσει ή ο,τιδήποτε άλλο, είναι ευπρόσδεκτος να το κάνει. Το blog μου δέχεται παντός είδους σχόλια, ανώνυμα κι επώνυμα, υβριστικά (οποιουδήποτε περιεχομένου) ή κολακευτικά, φτάνει να μην είναι botίσια, διαφημιστικά και τα τοιαύτα. Τότε και μόνον τότε θα εκτονώνω τα λογοκριτικά μου απωθημένα και τις φασιστικές μου τάσεις.

Γιατί ατάλαντος; Γιατί υλικό για τούτο το blog θα παίρνω κυρίως από όλους εσάς : Τα άγνωστα φιλαράκια μου που σας διαβάζω εδώ και τόσο καιρό και που ποτέ δεν είχα το θάρρος να σχολιάσω τα γραφόμενά σας ως είθισται. Ίσως αυτό τώρα αλλάξει, ίσως και όχι! Η σκέψη σας όμως είναι αυτή που θα δίνει τροφή στη δικιά μου όπως δίνει εδώ και τόσο καιρό. Δεν αλλάζει κάτι...Απλά τώρα αυτό θα καταγράφεται...

Γιατί κούνελος; Ε τώρα αυτό είναι μεγάλη ιστορία και βαριέμαι και να τη λέω!

Συγχωρέστε μου το απλοϊκόν της εμφάνισης, αλλά δεν τυγχάνω μέγας γνώστης των ειτς του μου λου κλπ κλπ και γενικώς ό,τι μπορώ θα κάνω κι εγώ, διατηρώντας το blog διαρκώς υπό κατασκευήν...

Χαιρετώ...