Πέμπτη, Απριλίου 27, 2006

Το μπλε και το χρυσό (reloaded and unleashed)


Ah, look at all the lonely people.
Ah, look at all the lonely people.

Eleanor Rigby, picks up the rice in the church where a wedding has been, lives in a dream,
waits at the window, wearing the face that she keeps in a jar by the door. Who is it for?

All the lonely people.Where do they all come from?
All the lonely people.Where do they all belong?

Father McKenzie writing the words of a sermon that no one will hear, no one comes near,
look at him working. Darning his socks in the night when there's nobody there. What does he care?

All the lonely people.Where do they all come from?
All the lonely people.Where do they all belong?

Ah, look at all the lonely people.
Ah, look at all the lonely people.

Eleanor Rigby, died in the church and was buried along with her name, nobody came.
Father McKenzie wiping the dirt from his hands as he walks from the grave, no one was saved.

All the lonely people.Where do they all come from?
All the lonely people.Where do they all belong?


_____________________________________________


Το μπλε και το χρυσό εισέβαλαν άλλη μια νύχτα μες στων ονείρων μου το θλιβερό θέατρο. Τί θέλουν από μένα; Τί ψάχνουν;

Ξαπλωμένος πάνω σ' ένα στενό κρεβάτι, μέσα σ' ένα ξένο κι όμως τόσο οικείο δωμάτιο--ναι, θύμιζε εκείνο της βασανισμένης Μαρίας--τα ένιωσα να αναδύονται μέσα απ' το σημαδεμένο τοίχο, μέσα από μια πύλη που 'μενε χρόνια σφραγισμένη και να στροβιλίζονται με απίστευτες ταχύτητες πάνω απ' το κεφάλι μου. Να χορεύουν, να γελούν, να παίζουν. Το μπλε και το χρυσό, ήλιοι του Βαν Γκογκ, φλόγες λύτρωσης που κατακαίν τα μπλε σου στρωσίδια, τη θλιμμένη σου όψη, τη ζωή μου, που κάνουν τα καστανά σου μάτια να λαμποκοπούν με τη δύναμη χιλίων Αυγερινών και τις βλεφαρίδες σου να μοιάζουν με θεία φωτοστέφανα.

Το μπλε και το χρυσό έρχονται νύχτα, απρόσκλητα, με μαστιγώνουν και χάνονται το ίδιο ξαφνικά, ξυπνώντας στο πέρασμά τους θολές αναμνήσεις ψεύτικης ευτυχίας, αυτής, που τόσο μισούσα και τόσο μου λείπει. Ώσπου το πρωί, δε μένει παρά μια αόριστη αίσθηση οικειότητας, μια μικρή κι ευχάριστη ανατριχίλα στη βάση της ράχης, να θυμίζει ότι κάτι ήταν εκεί το προηγούμενο βράδυ, κάτι σίγουρο, κάτι πιστό, κάτι βγαλμένο απ' τον παράδεισο τον ίδιο.

Και να 'μαι γι' άλλη μια νύχτα να τα αναζητώ μέσα σε σκοτεινά μέρη που βουλιάζουν από την πολυκοσμία, θορυβώδη, απρόσιτα, αηδιαστικά. Οι άνθρωποι που συχνάζουν εκεί είναι πανέμορφοι, στρατιές ηλιθίων αγγέλων που γελούν, πίνουν, συζητούν και προσποιούνται πως συμφωνούν μεταξύ τους. Και δίπλα, η θάλασσα η ίδια να γελά με την κατάντια τους, να χαϊδεύει με προσποιητή στοργή το έδαφος πάνω στο οποίο στέκονται, στέλνοντας κάπου κάπου κανένα απειλητικό κυματάκι, προειδοποιώντας τους ότι η ζωή τους η ίδια της ανήκει ανά πάσα στιγμή. Κύματα που σκάνε και διαλύονται μέσα σε μπλε και χρυσές ανταύγειες. Να τραβάνε την προσοχή μου για μια μονάχα στιγμή κι έπειτα να χάνονται μέσα σε δίνες απόγνωσης και σκότους, δείχνοντάς μου γι’ άλλη μια φορά το μάταιο της αναζήτησής μου.

Αλλά δε σταματώ...Βρίσκω συνεχώς μπροστά μου μπλε και χρυσά ψίχουλα του παρελθόντος και τα μαζεύω, τα κρατάω σφιχτά, αυτούς τους μικρούς ανεκτίμητους θησαυρούς, κομμάτια του ίδιου διαβολικού παζλ που προσπαθώ εδώ και χρόνια να ολοκληρώσω για να ‘χω μια πλήρη εικόνα.

Το ίδιο και το ίδιο όνειρο, χρωματισμένο από μια οικεία μελωδία εγχόρδων…Ξανά και ξανά…Στριγκλιές ουράνιες που μιλούν σε ξεχασμένες γλώσσες υποχθόνιων θεοτήτων. Η τεράστια αίθουσα και πάλι κατάμεστη, η ίδια μαύρη θέση να με περιμένει υπομονετικά στην πρώτη σειρά, απαράλλαχτη με εκατοντάδες άλλες όμοιες, κι όμως η μόνη κενή. Η έλξη της είναι τεράστια…Με μαγνητίζει από την είσοδο…Να ‘ναι άραγε εδώ το τέλος; Γιατί εξακολουθώ να αντιστέκομαι στη λήθη της μαύρης μου θέσης; Εδώ δεν φτάνει το μνησίκακο παρελθόν…Εδώ δεν υπάρχει παρελθόν…Ούτε και μέλλον…Ούτε και χρόνος…Μόνο το ανελέητο και ακούραστο μουρμουρητό μυριάδων ψυχών. Σ’ αυτό το καλαίσθητο Καθαρτήριο, η μνήμη, ο πόνος και η επιθυμία είναι οι χειρότερες προσβολές. Για πόσο ακόμη θα αντιστέκομαι σ' αυτό;

Τα βήματά μου δεν μπορούν ούτε απόψε να με σύρουν μέχρι εκεί...Για άλλη μια φορά καταρρέω πριν την έναρξη της παράστασης...