Κυριακή, Μαΐου 07, 2006

Φωνές

(Μπας και ξορκίσουμε τη μαύρη τούτη Κυριακή)





Ιδανικές φωνές κι αγαπημένες
εκείνων που πέθαναν, ή εκείνων που είναι
για μας χαμένοι σαν τους πεθαμένους.

Κάποτε μες στα όνειρα μας ομιλούνε·
κάποτε μες στην σκέψι τες ακούει το μυαλό.

Και με τον ήχο των για μια στιγμή επιστρέφουν
ήχοι από την πρώτη ποίησι της ζωής μας --
σα μουσική, την νύχτα, μακρυνή, που σβύνει.



___________________________________________________




Κι όμως ήμουν τόσο κοντά! Τόσο κοντά στο κρεβάτι του πόνου, όπου έλιωνε λεπτό με το λεπτό η αγαπημένη Βασιλική, στο κρεβάτι αυτό, που τα μάτια μου ποτέ δεν αντίκρισαν και τα χέρια μου ποτέ δεν άγγιξαν το ψυχρό μέταλλο πίσω απ' το προσκέφαλό της. Θα μπορούσε να 'ναι μάνα μου. Πόσο κοντά οι ιστορίες τους με τη φυσική μου μάνα, πόσο κοινές οι πορείες τους σε χώρο, σε χρόνο! Κι όμως, κάποιο κοσμικό ζάρι χώρισε κάποτε τις γραμμές της ζωής τους, που συνάντησαν και πάλι η μια την άλλη τότε, λίγο μόλις πριν το οδυνηρό τέλος.

Επιστρέφω στην πανέμορφη κι ετοιμοθάνατη, χωρίς να το 'ξερε, ίσως μόνο να το διαισθανόταν, Βασιλική, που με θαυμαστή καρτερικότητα υπέμενε τα νέα μαρτύρια που σκαρφίζονταν κάποιοι, άγνωστοι σ' αυτή, για να γιατρέψουν τάχα το άρρωστο κορμί της, για να μάθουν, να βεβαιωθούν για το πόσο σφιχτά την είχε αγκαλιάσει ο θάνατος, για να της προσφέρουν τάχα συμπόνοια, ασφάλεια, ανακούφιση. Δεν ήξεραν δα οι δύσμοιροι ότι η Βασιλική με το θάνατο ήταν παλιοί γνώριμοι, ότι η Βασιλική είχε μάθει να υπομένει χειρότερα μαρτύρια από δαύτα, ότι ζούσε από πολύ μικρή με την προσμονή ενός άδοξου και ίσως μαρτυρικού τέλους. Η στωικότητά της είχε καταπλήξει τους πάντες...Αλλά εγώ γνώριζα...Εγώ, ο παρολίγον γιος της...

Τις ίδιες στιγμές που η Βασιλική υπέμενε τα πάθη της, εγώ, σε μία προσπάθεια ανάληψης των ευθυνών που είχα ο ίδιος αναθέσει στον εαυτό μου, δεν έχανα στιγμή από τα μάτια μου Εκείνη, που τόσο της έμοιαζε. Θυμάμαι, σαν να 'ταν τώρα, εκείνες τις ατέλειωτες νυχτερινές ώρες στο τιμόνι για να βρίσκομαι κάθε μέρα μαζί Της. Θυμάμαι πως κουνούσα το κεφάλι μου για να αποδιώξω τις μαύρες σκέψεις που με πλημμύριζαν και πως τελικά τις άφηνα να εισβάλλουν γιατί μόνον αυτές θα μπορούσαν να κρατήσουν το νου μου συγκεντρωμένο στο δρόμο, γιατί διαφορετικά τα μάτια μου θα 'κλειναν σ' έναν ύπνο που θα 'ταν αιώνιος αν του επέτρεπα να με αγκαλιάσει. Θυμάμαι Εκείνη να κλαίει στην αγκαλιά μου και κάθε Της λυγμός να με κάνει να αισθάνομαι όλο και πιο αδύναμος, όλο και πιο μικρός μπροστά στο Μέγα και Τραγικό γεγονός του θανάτου. Του θανάτου, που μπορεί να μην ήταν η πρώτη φορά που ένιωθα κοντά μου, αλλά ήταν σίγουρα η πρώτη που αντίκριζα το παγωμένο του χαμόγελο, που συνειδητοποιούσα το μεγαλείο του.

Καμιά απ' όλες αυτές τις βραδιές, τις γεμάτες από δάκρυα και πόνο, δε ζήτησα να δω τη Βασιλική. Εφεύρισκα με περισσή ευκολία τόσες και τόσες ανόητες δικαιολογίες για να πείσω τον εαυτό μου ότι δεν πρέπει, δεν είναι σωστό να τη δω. Το 'ξερα ότι καμιά απ' αυτές δεν ίσχυε. Το 'ξερα ότι μπρος στο Μέγα Γεγονός όλα τα υπόλοιπα μοιάζουν τόσο γελοία, τόσο ταπεινά, τόσο ανούσια. Η αλήθεια είναι ότι ακόμη δεν έχω απαντήσει στο αμείλικτο "Γιατί;". Η αλήθεια είναι ότι όλα αυτά δεν ήταν παρά ο φερετζές της δικής μου δειλίας. Δείλιασα, τ' ομολογώ, δείλιασα να κοιτάξω τη Βασιλική στα μάτια, να της προσφέρω έστω λίγη από τη συμπόνοια που πρόσφερα στην Άλλη, να τη δω, έτσι απλά, σα Μάνα.

Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα, λένε, από το να χρωστάς σ' ένα νεκρό, ειδικά όταν τα χρωστούμενα είναι λόγια που έπρεπε να πεις και δεν τα είπες. Ο θάνατος της Βασιλικής, αν και τον περιμέναμε, ήλθε ξαφνικά και μας βύθισε όλους σ' ένα βουβό και πρωτόγνωρο πένθος. Τσακίστηκα κι έτρεξα δίπλα Της και η σκηνή του ανταμώματος, αυτής της πρώτης μας συνάτησης "Μετά" έχει μείνει καρφωμένη στο μυαλό μου...Ήταν η στιγμή που τα πάντα είχαν ήδη αλλάξει...Τίποτα πλέον δε θα ήταν όπως πριν και το ήξερα κι εγώ κι Εκείνη...: Χύθηκε χωρίς δισταγμό μέσα στην αγκαλιά μου κι ολόκληρη η νύχτα πέρασε με μένα να σκουπίζω τα δάκρυά Της κι Αυτή τα δικά μου...Γύρω μας κόσμος, τεθλιμμένοι συγγενείς, αλλά εκείνες τις στιγμές, εμείς ήμασταν το κέντρο του κόσμου...Τίποτε άλλο πέρα από τη σφιχτή εκείνη αγκαλιά δεν υπήρχε...Μόνον εμείς! Μια νύχτα, όπου οι λέξεις είχαν χάσει το νόημά τους και το μόνο που είχε πια σημασία ήταν οι αδιάκοποι λυγμοί, οι συσπάσεις του προσώπου Της και τα τινάγματα του κεφαλιού Της πάνω στο στήθος μου. Κάθε λυγμός, κάθε τίναγμα και μια νέα μαχαιριά μέσα μου. Την ίδια τη Βασιλική στο νεκροκρέβατό της δεν τόλμησα ούτε καν να την πλησιάσω...Ήμουν για άλλη μια φορά...λίγος!

Το μεγάλο χτύπημα μου το έδωσε Αυτή, κάποιες βδομάδες μετά, όταν, δεν ξέρω αν από αφέλεια, από κάποια απροσδιόριστη εκδικητική μανία ή από απλό ενδιαφέρον μου είπε ότι η Βασιλική, εκείνες τις τελευταίες ώρες της, ζήτησε να με δει. Κι όχι μόνον αυτό, αλλά εξέφρασε και την απορία της για την αξιοπρόσεκτη απουσία μου τόσο καιρό. Και μόνο στο άκουσμα αυτού ένιωσα τον κόσμο να καταρρέει και για άλλη μία φορά αισθάνθηκα ζεστά δάκρυα να κυλούν πάνω στα μάγουλά μου, σ' ένα βουβό κλάμα που τόσο πολύ είχα συνηθίσει εκείνο τον καιρό. Δεν θυμάμαι να μπόρεσα να αρθρώσω λέξεις...Να πω τι άλλωστε; Να δικαιολογηθώ; Να ζητήσω συγχώρεση; Από ποιον; Δεν χρειαζόμουνα τις διαβεβαιώσεις Της ότι η Βασιλική μόνον καλοπροαίρετα θα μπορούσε να είχε πει ό,τι είπε...Το 'ξερα! Το γεγονός αυτό όμως δεν μείωσε ούτε στο ελάχιστο το προσωπικό μου δράμα...Τις αδηφάγες τύψεις που σχημάτιζαν εκείνον τον ανυπόφορο κόμπο στο λαιμό μου, που δυσκόλευε την αναπνοή μου την ίδια. Σκεφτόμουν και ξανασκεφτόμουν εκείνες τις δραματικές ημέρες και νύχτες, εκείνα τα αδιάκοπα ταξίδια μου μέσα σε σκοτεινές εθνικές οδούς, με το άγχος να προλάβω, να γίνουν όλα εγκαίρως και δεν μπορούσα να καταλάβω πως άφησα το σπουδαιότερο να μου ξεφύγει. Αλλά ναι, τότε ήταν που αναδύθηκαν από τη μνήμη μου όλες μου οι υπεκφυγές και οι φτηνές δικαιολογίες. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πόσο πολύ δειλός ήμουν...Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πόσα πολλά χρωστούσα στη νεκρή πλέον "Μάνα", πράγματα που δεν θα μπορούσα ποτέ να της ξεπληρώσω γιατί αυτή είχε φύγει για πάντα. Εκείνη τη στιγμή ορκίστηκα αιώνια αφοσίωση στο λατρεμένο πρόσωπο που της έμοιαζε τόσο πολύ...Σ' Εκείνη...Αυτό ίσως να 'ταν και το μεγαλύτερο λάθος της ζωής μου....

Αλλά αυτό είναι ένα άλλο παραμυθάκι...

1 Comments:

Blogger Durden_Alie said...

Ίσις...με κακομαθαίνετε...:-))))

8/5/06 09:50  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home